Qyntel Woods

Qyntel Woods
Woods on the fastbreak.

Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου 2017

Fortius, Spanoulicus, Vicarious.

Tool - Vicarious [HQ - HD 1080p]


Καλησπέρα σας!
Η γευσιγνωσία δεν αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα των ντιντήδων ή των δανδήδων -αν προτιμάτε- της κεντροευρωπαϊκής νομενκλατούρας. Ακόμα και ο μέσος "λαϊκός" καταναλωτής έχει το δικαίωμα στη βρώση. Ενίοτε και στη γνώση.
Αυτή η θυμοσοφία που ακουγόταν συχνότερα τα παλιά χρόνια: Παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι μπαλωμένο. Οτιδήποτε λεγόταν από τους παλιούς -παροιμιακώς ή ρητορικώς- ήταν κατά βάση ορθό και δίκαιο.
Ελληνική μπύρα λοιπόν, όχι εισαγώμενη. Κρασάκι από τον τόπο μας κι ας είναι ξυνισμένο (που λέει ο λόγος). Καλό το ξύγκι του Μονάχου και το Oktoberfest, αλλά προτιμώ τα εγχώρια προϊόντα.
Να μην ξεχάσω μια ακόμα υποσημείωση του προλόγου:  Το μπάσκετ, είναι ψυχή. ΨΥΧΗ με κεφαλαία. Αν δεν υπήρχε ψυχή, δεν θα γινόταν καλύτερος παίκτης της Ευρώπης ένας κοντός καλαθοσφαιριστής (1,83 μόλις), Ελληνοαμερικανός μάλιστα, με άφρο μαλλί, προερχόμενος από τη Νέα Υερσέη, που θα κατάφερνε -τελικώς και αξιοπρεπώς- να αναμετρηθεί ως ίσος προς ίσος με τους "γίγαντες" του αθλήματος στη δεκαετία του 1980. Τότε που μεσουράνησε, κατά κύριο λόγο.
Συνεχίζει ο Blitzkrieg...


Θέλω να πω μια ιστορία για τους Αφούς και τον αγαπημένο τους ήρωα.

ΣΥΝΤΑΓΗ

Τρεις παρατηρήσεις γι’ αρχή.

Α) Ο Τρινκιέρι δήλωσε πρόσφατα ενθουσιασμένος που μαθαίνοντας τη Γοτθική έχει την ευκαιρία να ανακαλύψει λέξεις που δεν υπάρχουν στην Ιταλική. Ανέφερε μάλιστα και τη συγκεκριμένη που του προκάλεσε εντύπωση, το Schadenfreude – περίεργο που οι Ιταλοί δεν έχουν έννοια αντίστοιχη της χαιρεκακίας. Όπως και να έχει, έχει μεγάλο γούστο να ανακαλύπτεις λέξεις που δεν έχουν ακριβή αντιστοίχιση στη γλώσσα σου. Καιρό σκέφτομαι το vicarious. Στο λεξικό του Σταυρόπουλου η απόδοση είναι υποκατάστατος δι’ άλλου, παρ’ άλλου, υπό άλλου και αναφέρει ως παράδειγμα feel a vicarious pleasure/satisfaction δλδ αισθάνομαι την ικανοποίηση άλλου σα δική μου. Νομίζω το πιο εύστοχο παράδειγμα είναι αυτοί που βλέπουν ταινίες τρόμου για να νιώσουν την αδρεναλίνη τους να ανεβαίνει. Όπως και να έχει, το vicarious δεν έχει αντίστοιχη έννοια στην Ελληνική. 

Β) Ο όρος τεχνοκράτης με εκνευρίζει. Ποιος είναι ο τεχνοκράτης; Στην καλύτερη εκδοχή του είναι αυτός που παραπέμπει σε αριθμούς. Στη χειρότερή του, ο άψυχος χαρτογιακάς. Το αντίθετο της τεχνοκρατίας σε πολλά λεξικά ανά τον κόσμο θα μπορούσε να είναι το Ψυχή.
[Μοναδική εξαίρεση στα χρονικά, κάτι που υποδηλώνει και ο τίτλος του Album, το Perfect Symmetry των Fates Warning, όπου ενώ έχουμε να κάνουμε με το απόλυτο τεχνοκρατικό έπος, με κάτι εφιαλτικά μπροστά από την εποχή του, κάτω από την άψυχη επιφάνεια πάλλεται η ψυχή των μεγάλων δημιουργών του – κυρίως Matheos και Zonder]

Γ) Λένε συνήθως πως το σώμα απλώς ακολουθεί το μυαλό, υπό την έννοια ότι αν το μυαλό είναι αρκετά δυνατό, το σώμα δεν έχει λόγο, απλώς το υπακούει και εκτελεί τις εντολές του.

Συνδυάζονται με κάποιον τρόπο τα Α, Β, Γ;

Ο Mustaine, ψυχή των Megadeth, εθεάθη να τρώει πιτόγυρα στη Σύρο, αρχίζει η αφήγηση. Στον Mustaine πραγματικά αναγνωρίζεις το μεγαλείο του ανδρός που ό,τι κάνει το βιώνει ο ίδιος. Όταν ο Dave τρώει πιτόγυρα δεν χρειάζεται κανενός είδους vicarious feeling ή pleasure, για να αναγνωρίσει και – κυρίως – να ζήσει τη θεία γεύση του τζατζικιού. Αντίθετα, φανταστείτε τον Lars Ulrich, εγκεφαλικό τεχνοκράτη της μουσικής βιομηχανίας των Metallica μέσα στη Μουσική Βιομηχανία, να τρώει πιτόγυρα στο ίδιο ακριβώς μέρος. Θα μπορούσε να βιώσει με τον τρόπο του Mustaine;

Σε καμιά περίπτωση. Ο περίφημος ντράμερ-τενίστας το μόνο που θα μπορούσε να κάνει ήταν να αρχίσει να σκέφτεται πώς θα ενσωματώσει το brand πιτόγυρο στο brand Metallica προτού το κάνει ο Harris σε εκείνo των Maiden. Έτσι, αντί να μπορέσει να βιώσει το μεγαλείο του τζατζικιού, τη στιγμή που ο λάρυγγάς του θα έπρεπε να παραλύει από ηδονή μπροστά στην τέλεια συμμετρία σκόρδου και γιαουρτιού, ο ψυχρά υπολογιστής και τεχνοκράτης πλέον Lars θα φανταζόταν αλυσίδα πιτογυράδικων ιδιοκτησίας του με τα αντίστοιχα χαζά ονόματα της γαστριμαργικής του έμπνευσης αποτυπωμένα στον κατάλογο – π.χ. Doris Gyros with Larsziki - αντί Τζατζίκι. 

Ας αφήσουμε τους δύο αυτούς metal heroes, τον βιωματικό που δεν έχει ανάγκη από vicarious feelings για να καταλάβει το τζατζίκι, τον τεχνοκράτη που ΘΑ βίωνε το τζατζίκι ΜΟΝΟ ΑΝ ο Dave είχε μείνει στους Metallica, και ας περάσουμε στον Patrick Young, ο οποίος είναι από τους τύπους που ΔΕΝ μπορούν να βιώσουν, ή έστω να προσπαθήσουν να αντιληφθούν το μεγαλείο του τζατζικιού – το αποδεικνύει το γεγονός ότι συνδύασε χυμό πορτοκάλι με πιτόγυρα, και στην επαρχία ακόμη γελάνε με την ύβρη του ανδρός. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δίχως την τεχνοκρατική έστω διάσταση αντίληψης των πραγμάτων,  το σώμα ΔΕΝ μπορεί να ακολουθήσει αυτό που λέει το μυαλό.

[Αυτό συμβαίνει είτε αν έχεις πολύ μυαλό – το είχα ακούσει για έναν serial killer τύπου Hannibal λέει που δεν μπορούσε να εκσπερματίσει με τίποτε, παρά μόνο όταν σκότωνε, οπότε μπορεί να πει κανείς ότι το μυαλό του ακολουθούσε περίεργη πορεία για να φτάσει το σώμα του – είτε αν δεν έχεις καθόλου – αυτό δεν είναι απλή φήμη ήλθε ο μέγιστος Patrick να μας το κάνει λιανά].

ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΖΑΤΖΙΚΙΟΥ

Οι Αφοί πού κολλάνε σε όλα αυτά; Ο Σπαν; 

Το όραμα των Αγγελόπουλων για τον BC είναι προφανώς τεχνοκρατικό. Όπως συμβαίνει με όλα τα μεγαλεπήβολα οράματα, κανείς, ούτε οι ίδιοι, δεν γνωρίζουν αν έχουν πλήρη έλεγχό του. 

[Μάλιστα, δεν μας ενδιαφέρει καν αν οι Αγγελόπουλοι είναι έξυπνοι ή χαζοί, αρκεί που έχουν λεφτά. Όταν έχεις λεφτά, δεν χρειάζεται πουθενά το μυαλό, ίσα-ίσα μάλιστα μπορεί ανά πάσα στιγμή έστω και ίχνος ζωής σε αυτό να προκαλέσει ασφυξία στις οικονομικές δραστηριότητες.]

Όλα αυτό μαρτυρούν. Οι άνθρωποι θέλουν τεχνογνωσία, γραβάτα και δημόσιες σχέσεις. Ο δικός τους μπαμπούλας πρέπει να έχει τη μορφή του Λάζαρου Λέσιτς, του μπασκετανθρώπου δηλαδή που στο διάστημα που ήταν προπονητής στον Άρη ΔΕΝ είχε δει ΚΑΝΕΙΣ με άλλα ρούχα πέρα από τη φόρμα – ως μπαμπούλα θα προσέθετα και τον μέγιστο Βλάντο Τζούροβιτς τον οποίον έχω δει ακμαιότατο να χτυπά πιτόγυρα φορώντας παντόφλα και ήταν πραγματικά αυτό που λέμε larger than life. Το αντίστοιχο σε ποδοσφαιρικό εφιάλτη για τους Αγγελόπουλους θα πρέπει να είναι ο πεθερός του Ντέταρι, ο οποίος πρώτα ήταν έννοια και μετά άνθρωπος. 

Ισχύει όμως αυτό; Ότι οι Αφοί είναι τεχνοκράτες αποχυμωτές οτιδήποτε πηγαίου και αυθόρμητου;

Κατά τη γνώμη μου όχι. Τα φαινόμενα απατούν. Οι Αφοί, όσο και αν θέλουν να το κρύψουν, ΔΕΝ είναι τεχνοκράτες. Υποθέτω μάλιστα ότι όταν άκουσαν πρώτη φορά ότι πρέπει να γίνουν τεχνοκράτες για ευνόητους λόγους, ένιωσαν όπως πολλοί από επαρχία, εθισμένοι στο διαιτολόγιο των τριών πιτόγυρων ανά ημέρα, ένιωσαν όταν είδαν πρώτη φορά παντζάρια. Δηλαδή δεν υπάρχει επιχείρημα να φας παντζάρια πέρα από το ανόητο για να κατουρήσεις κόκκινα. Όταν τρως τόσα πιτόγυρα συνήθως η κοιλιά σου δεν αφήνει να δεις ούτε τα ούρα σου.

Το κακό όμως είχε γίνει. Με το πες-πες στο τέλος πιστεύεις πράγματα που δεν έχουν συμβεί ποτέ. Λένε για κάποιον βασιλιά που του επανέλαβαν τόσες φορές ότι ήταν στο πεδίο της μάχης που στο τέλος το πίστεψε ότι είχε συμμετάσχει. Όπως και να έχει οι Αφοί, οι οποίοι στην πραγματικότητα το μόνο που ήθελαν ήταν να περάσουν καλά, με τον τρόπο, όχι τις μεθόδους, του loaded των Primal Scream, ξαφνικά βρέθηκαν κουστουμαρισμένοι και με γραβάτα να το παίζουν καθώς πρέπει τεχνοκράτες. Βαθιά μέσα τους, όμως, ήθελαν να φορέσουν τα Zita τους και τις μεταλλικές τους με σφαίρες ζώνες και να πάνε απέναντι από τις κλούβες των ΜΑΤ στη συναυλία των Destruction για να κάνουν κωλοδάχτυλα.

Και έτσι πορεύονταν, ως τεχνοκράτες, που είχαν το know how αλλά δεν μπορούσαν να το λειτουργήσουν με τίποτε. Το αληθινό πρόβλημα βέβαια ήταν ο ψυχισμός τους που τιθασευμένος είχε διαρραγεί.
Ως που συμβαίνει η Κωνσταντινούπολη.
Τι συνέβη εκεί πέρα;
Το έπος εκείνο συνέδεσε αδιάρρηκτα Αγγελόπουλους με αυτόν που θεώρησαν απελευθερωτή του έτοιμου να εκραγεί, αλλά μη εκπυρσοκροτούντος ψυχισμού τους.

Τον Σπαν.
Τα πράγματα είναι απλά. Οι Αφοί, ΜΗΝ μπορώντας πλέον να βιώσουν αφού ΕΠΡΕΠΕ να γίνουν τεχνοκράτες, μπόρεσαν να αισθανθούν το μεγαλείο της βραδιάς ΜΕΣΩ του Σπαν – ή έτσι τουλάχιστον το ερμήνευσαν οι ίδιοι. Δηλαδή ούτε λίγο ούτε πολύ το αμετάφραστο Vicarious feeling τους εξεφράσθη, θεώρησαν οι ίδιοι επαναλαμβάνω, μέσω του Σπαν. Οι Αφοί για μια στιγμή είχαν βρει τον παλιό τους εαυτό, αυτόν που έγραφε γράμματα στο HM/MH υπερασπιζόμενος με πάθος τον Mustaine και που έβλεπε στο Peace Sells κάτι πέρα από τη βαριά βιομηχανία μετάλλου, την ίδια του την ψυχή.

Είναι λίγο αυτό; Πώς να μην ευγνωμονούν τον Σπαν αιωνίως, πώς να μην τον υπακούουν τυφλά; Ο ενστικτώδης – ας κρατήσουμε το ενστικτώδης, ας σημειώσουμε το ευτυχές υβρίδιο τεχνοκρατίας και ενστίκτου που έλαβε την απόλυτη μορφή του στην απόλυτη ανατροπή μέσω του Σέρβου συνδέσμου – δολοφόνος από τον κάμπο είχε γίνει ο ήρωάς τους.  

Σκεφτείτε λίγο πόσο τυχεροί είστε που μπορείτε να απολαύσετε τη θεία γεύση της σκορδαλιάς όταν τρώτε τον μπακαλιάρο σας. Σκεφτείτε να μην μπορούσατε. Σκεφτείτε, πάλι, να βρεθεί κάποιος που να περιγράφει, εν είδει ουρανίου τόξου, ΟΛΗ τη γκάμα των απερίγραπτων συναισθημάτων που σας πλημμυρίζουν όταν το σάλιο σας αναμειγνύει τον μπακαλιάρο με τη σκορδαλιά στη μοναδική εκείνη συμφωνία με την οποία θα μπορούσε να μοιάζει η αμβροσία των Ολύμπιων. Δεν θα χρωστούσατε αιώνια χάρη στον μοναδικό αυτό μεσολαβητή ανάμεσα στους θεούς και εσάς;

Ε, κάπως έτσι ένιωσαν οι Αφοί.
Ήμαστε τυχεροί. Θα μπορούσαν να θεωρήσουν απελευθερωτή του ψυχισμού τους τον Κέσελι, όχι τον Σπαν.

Το θέμα είναι ότι, με το που γίνεται αυτό, κάπως μεταφυσικά, οι Αφοί θεωρούν ότι όχι απλώς επικοινώνησαν με τη φύση τους εκείνη που τους θέλει hellraisers αλλά ότι ξεκλείδωσαν επιτέλους και το κουτί με τα μυστικά του μπάσκετ – το οποίο είχε βέβαια μέσα και τα Zita που δεν φορούσαν πλέον. 

Και ας αφήσουμε το μακρινό 2012 για να έλθουμε στο 2017. Όπου ο Σπαν είναι πληγωμένος χωρίς κανείς να γνωρίζει λεπτομέρειες, και απ’ ό,τι φαίνεται, η επιστροφή του θα συνοδευτεί με την τελευταία του ευκαιρία, ως παίχτη τουλάχιστον, για το μεγάλο σόου. 

Οι Aφοί θα πρέπει να αισθάνονται άβολα. Πώς να βιώσεις, έστω vicariously, τα feelings σου χωρίς να παίζει ο Σπαν; Μέσω του Αγραβάνη ας πούμε; Σοβαροί να είμαστε. Τον Αγραβάνη τον πας στο "Αλλού Φαν Παρκ" και φοβάσαι ότι θα τραμπουκίσει τον σαλίγκαρο επειδή θεωρεί ότι τον κοιτάζει επίμονα.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΑΖΙΚΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Ας εισάγουμε τον αλγόριθμο εκείνο που ΚΑΙ στην τεχνοκρατία παίζει μεγάλο ρόλο στη διαμόρφωση του τοπίου. Την πληροφορία.
Οι Αφοί προφανώς έχουν γνώση της κατάστασης του Σπαν. Υπάρχει ένας ολόκληρος στρατός γραφιάδων που έχει αναγγείλει την επιστροφή του στα μισά ματς που έχει δώσει ο BC μέχρι στιγμής. Οι γραφιάδες δεν μπορεί να τα βγάζουν αυτά από το μυαλό τους. Κάποιος τους λέει γράψε ότι τότε επιστρέφει, ή ότι τότε επιστρέφει κλπ. Αυτό φυσικά έχει δημιουργήσει σύγχυση άνευ προηγουμένου. Ανάμεσα σε όλα τα άλλα, η ομάδα κυλάει υποφερτά. Έχουν τους ρόλους τους όλοι και λύσεις βρίσκονται, με την υποσημείωση φυσικά ότι είναι νωρίς στη σεζόν ακόμη και ότι όλοι κρίνονται εκ του αποτελέσματος.

Άρα σε τι χρησιμεύουν οι γραφιάδες πέρα από το κλασικό να είχαμε να λέγαμε; Μήπως στην προσπάθειά τους να παράγουν όλο και περισσότερες πίτες χαλάνε τη συνταγή; Μήπως δεν έχουν να αφήσουν τίποτε πίσω τους πέρα από το χαρτί που θα τυλίγονται οι πίτες τους και που έχεις την αίσθηση ότι κάνει τη λαδόκολλα να μοιάζει με πτυχίο;

Αυτό είναι το πρόβλημα. Όταν ανοίγεις το πεδίο της πληροφορίας τόσο πολύ που του δίνεις χαοτικές διαστάσεις αφήνεις έκθετο τον χώρο στο να εισβάλουν και γραφιάδες που δεν έχουν να δώσουν ουδεμία πληροφορία. Αντίθετα μάλιστα, επειδή βρίσκεσαι σε αυτή την limbo κατάσταση, χωρίς να είσαι ούτε απολύτως τεχνοκράτης, που καυλώνει με την αλγοριθμική πληροφορία, ούτε παθιάρης άρχοντας πασόκος που τινάζεται όταν ακούσει το "βρέχει φωτιά" και ψάχνει τραπέζια να δαγκώσει και γραφιάδες να μοιράσει πεντοχίλιαρα σαν πετσετάκια, αφήνεις αφύλαχτο τον ίδιο τον BC σε όσους εποφθαλμιούν να καρπωθούν έμμεσα και άμεσα οφέλη παριστάνοντας τους ινστρούχτορες του χάους – του χάους υπό την έννοια ότι έχεις προσδώσει καινούργιες διαστάσεις στον χώρο της πληροφορίας, μην μπορώντας να διαχωρίσεις το γιαούρτι από το σκόρδο.

Οι γραφιάδες τη σήμερον, δεν είναι φυσικά ίδιοι με εκείνους που μεγαλώσαμε εμείς. Για την ακρίβεια, εκείνοι με τους οποίους μεγαλώσαμε εμείς, ο Νικολακόπουλος δηλαδή, ήταν του τύπου «Ο Ζιο έκλασε δύο φορές στη διάρκεια της προπόνησης, ενώ ο Μπουρουτζίκας στο ποδοτένις με τον Μπάγιεβιτς και τον Περσία χρησιμοποίησε αυτή τη φορά Ellesse» για να φτάσει στο συμπέρασμα ότι ναι μεν η κουζίνα στο Ζέεφελντ είναι πιο νόστιμη από την προηγούμενη προετοιμασία αλλά στην Αυστρία ό,τι πιο κοντινό σε γυναίκα βρίσκεται στα σύνορα με την Ιταλία. Το φανταστικό ήταν ότι ΔΕΝ κάλυπτε ο Νικολακόπουλος την προετοιμασία στο Ζέεφελντ, το εκνευριστικό για όσους την κάλυπταν ότι η προετοιμασία δεν γινόταν στην Ιταλία.

Σε όλο αυτόν τον σύγχρονο αχταρμά, λοιπόν, που θέλει εκτός από τα όρια ανάμεσα στην Αυστρία και την Ιταλία να έχουν μπερδευτεί και εκείνα ανάμεσα στη δημοσιογραφία και την απλή παροχή υπηρεσιών, λογικό είναι να εμφανίζονται και γραφιάδες σεφ που σου πασάρουν αυτό που κάποιοι υβριστές ονομάζουν σκορδοβούτυρο για να βιώσει ο ουρανίσκος σου, vicariously πάντα, το τζατζίκι χωρίς να μυρίσει η ανάσα σου. Σαν να μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο. 

Εμφανίζονται διάφοροι τύποι, με το δικό τους know how των αισθήσεων, οι οποίοι υπόσχονται στους αφούς ότι η βραδιά της Κωνσταντινούπολης θα επαναληφθεί εύκολα αν ακολουθήσουν τις εντολές τους, αν φάνε το δικό τους τζατζίκι που μπορεί να ονομάζεται για την περίσταση Τζατζίκι του Μανιτού ή Τζατζίκι του Σαμάνου, και το οποίο θα τους οδηγήσει στην εγκεφαλική διαύγεια μέσα από την καθαρή ανάσα των συνταγών τους.

Αλλά όπως γνωρίζει και ο Λάμπρος Χούτος, ομελέτα χωρίς να σπάσεις αβγά δεν γίνεται, ούτε γίνεται να μη μυρίζει η ανάσα αυτού που σου απευθύνει τον λόγο αν έχει φάει τζατζίκι.

Όλη αυτή η παραπληροφόρηση, φαντάζομαι, οδήγησε τον Ezra Pound κάποτε να πει το φρικιαστικό «Ο Θουκυδίδης ήταν δημοσιογράφος» εννοώντας πως απλώς περιέγραφε τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Το λάθος του Ezra, κατά τη γνώμη μου, είναι ότι δεν έλαβε υπόψη του γεγονός ότι ο Θουκυδίδης δεν έβλεπε απλώς γεγονότα αλλά μοτίβα συμπεριφοράς της ανθρώπινης ψυχής.

Οπότε ο κύκλος έχει γίνει και φτάνουμε πάλι στην ψυχή, τον Σπαν, τους Αφούς, τα vicarious feelings τους, το μυαλό, το σώμα, συν τον αλγοριθμικό παράγοντα που δεν θα βρεις τεχνοκράτη που να πιστεύει ότι υπάρχει, το ένστικτο.
Ο Σπαν δεν χρειάζεται τα vicarious feelings αφού όπως είπαμε ο ίδιος τα δημιουργεί για τους αφούς. Ο Σπαν επίσης δεν είναι τεχνοκράτης διότι δεν καταπίεσε ποτέ την ψυχή του – υγεία είναι αυτό. Αλλά το σώμα του μπορεί να ακολουθήσει πλέον το μυαλό του;

Μόνο ο Σπαν γνωρίζει φυσικά τι γίνεται μέσα στο μυαλό του, προφανώς επειδή ο Σπαν γνωρίζει το σώμα του. Το θέμα είναι όμως ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση το Γ δεν ισχύει. Ο Σπαν ΔΕΝ πρέπει να ακούσει το μυαλό του. Το μυαλό του Σπαν δεν είναι σε καλύτερη σχέση από το σώμα του αυτή τη στιγμή, όχι γιατί φυσικά ο άνθρωπος δεν έχει σώας τας φρένας, αλλά επειδή στην περίπτωσή του υπάρχει κάτι που βραχυκυκλώνει την ομαλή ροή πληροφοριών, το οποίο ως Wolverine μπορούσε να καταπιέζει, αλλά που λογικά αναδύεται πλέον, με την πάροδο του χρόνου – δεν είναι τίποτε άλλο πέρα από το ένστικτο.

[Το οποίο ένστικτο πέρα από την ψυχή, το σώμα και το μυαλό, μπορεί να καταχωριστεί ως μέρος αυτού που συνολικά λέγεται άνθρωπος, και του οποίου την ύπαρξη είχε ήδη επισημάνει ο μεγαλύτερος ανατόμος της δυτικής λογοτεχνίας, ο Όμηρος – ο Όμηρος ήταν γιατρός, είχε πει, σωστά αυτή τη φορά, ο Pound].

Τι γίνεται, λοιπόν, με την επιστροφή Σπαν αν ο ανήρ δεν μπορεί να εμπιστευτεί το σώμα που εμπιστεύεται το μυαλό του;

Τι θα πρότεινα στον Σπαν, ΑΝ ήμουν γραφιάς και ΑΝ γνώριζα το ball handling, vicariously πάντοτε, καλύτερα από τον ρολό χαρτιού υγείας μου – πράγμα που δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ μια και οι ώρες στην τουαλέτα μου είναι απείρως περισσότερες από τα γήπεδα μπάσκετ. Τώρα, καθώς το postcourt vision, το όραμα που περιλαμβάνει το μετά, του Σπαν βελτιώνεται, να εμπιστευτεί το ένστικτό του περισσότερο από ποτέ. Να το εμπιστευτεί όπως το εμπιστεύτηκε όταν αποφάσισε να ασχοληθεί με το μπάσκετ. Μόνο έτσι, κατά τη γνώμη μου πάντα, θα μπορέσει να δώσει ΟΛΟ το μπάσκετ που έχει ακόμη μέσα του, και την τελευταία ικμάδα μπασκετοσύνης του, χωρίς να στερήσει από το σύνολο τίποτε.

Διότι το ένστικτο είναι σαν το σκόρδο. Είτε την έχεις τη συνταγή, είτε όχι. Και το ένστικτο αυτό συνέδεσε τον Σπαν με τα εγκεφαλικά κύτταρα των Αφών για να δημιουργήσει το BC τους – χωρίς μεσάζοντες και σκορδόπιστες πένες.

Ειδάλλως;
Το πολύ σκορδοβούτυρο.